Τετάρτη 14 Σεπτεμβρίου 2011
mikres kiklades: ΑΘΛΗΤΙΚΑ
mikres kiklades: ΑΘΛΗΤΙΚΑ: Η Γυναικεία Oμάδα βόλεϊ του Πανναξιακού κάνει πάρτι Έχει κάθε λόγο να γιορτάζει η γυναικεία ομάδα του Πανναξιακού ΑΟΝ λίγο πριν την έναρξη ...
ΑΘΛΗΤΙΚΑ
Η Γυναικεία Oμάδα βόλεϊ του Πανναξιακού κάνει πάρτι
Έχει κάθε λόγο να γιορτάζει η γυναικεία ομάδα του Πανναξιακού ΑΟΝ λίγο πριν την έναρξη των αγώνων της στην Α2! Έτσι, διοργανώνει πάρτι και σας προσκαλεί όλους την Παρασκευή 16 Σεπτεμβρίου να διασκεδάσετε μαζί στο Day Night στην παραλία της Χώρας Νάξου.
Η είσοδος είναι 5 ευρώ.
http://www.naxos-news.gr/
Πέμπτη 25 Αυγούστου 2011
Δονούσα
Πανηγύρι του Σταυρού 13 Σεπτέμβρη
Η Ενωση Δονουσιωτών Κυκλάδων και η Δημοτική Κοινότητα Δονούσας, σας προσκαλούν στην Πανήγυρη του Τιμίου Σταυρού στη Δονούσα στις 13 Σεπτεμβρίου 2011. Μετά τη Λειτουργία, ακολουθεί γλέντι με μπόλικο κρασί και φαγητό, όπως επισημαίνει το Δ.Σ. της Ένωσης Δονουσιωτών Κυκλάδων. Ένα ταξίδι στις μουσικές του Αιγαίου Πελάγους με τις δοξαριές του Νίκου Οικονομίδη από τη Σχοινούσα και τη γλυκιά φωνή της Κυριακής Σπανού από την Πάρο.

Η Ενωση Δονουσιωτών Κυκλάδων και η Δημοτική Κοινότητα Δονούσας, σας προσκαλούν στην Πανήγυρη του Τιμίου Σταυρού στη Δονούσα στις 13 Σεπτεμβρίου 2011. Κυκλαδίτες και φίλοι των Μικρών Κυκλάδων, ελάτε και φέτος να παρακολουθήσουμε τη Θεία Λειτουργία και κατόπιν να γλεντήσουμε παρέα , με μπόλικο κρασί και φαγητό και να ταξιδέψουμε στις μουσικές του Αιγαίου Πελάγους με τις δοξαριές του Νίκου Οικονομίδη από τη Σχοινούσα και τη γλυκιά φωνή της Κυριακής Σπανού από την Πάρο. Συνοδεύουν οι μουσικοί Παναγιώτης Βέργος στο σαντούρι και Αργύρης Ψαθάς στο λαούτο.
Με εκτίμησητο Δ.Σ. της Ένωσης Δονουσιωτών Κυκλάδων
http://www.naxos-news.gr/
Η Ενωση Δονουσιωτών Κυκλάδων και η Δημοτική Κοινότητα Δονούσας, σας προσκαλούν στην Πανήγυρη του Τιμίου Σταυρού στη Δονούσα στις 13 Σεπτεμβρίου 2011. Μετά τη Λειτουργία, ακολουθεί γλέντι με μπόλικο κρασί και φαγητό, όπως επισημαίνει το Δ.Σ. της Ένωσης Δονουσιωτών Κυκλάδων. Ένα ταξίδι στις μουσικές του Αιγαίου Πελάγους με τις δοξαριές του Νίκου Οικονομίδη από τη Σχοινούσα και τη γλυκιά φωνή της Κυριακής Σπανού από την Πάρο.

Η Ενωση Δονουσιωτών Κυκλάδων και η Δημοτική Κοινότητα Δονούσας, σας προσκαλούν στην Πανήγυρη του Τιμίου Σταυρού στη Δονούσα στις 13 Σεπτεμβρίου 2011. Κυκλαδίτες και φίλοι των Μικρών Κυκλάδων, ελάτε και φέτος να παρακολουθήσουμε τη Θεία Λειτουργία και κατόπιν να γλεντήσουμε παρέα , με μπόλικο κρασί και φαγητό και να ταξιδέψουμε στις μουσικές του Αιγαίου Πελάγους με τις δοξαριές του Νίκου Οικονομίδη από τη Σχοινούσα και τη γλυκιά φωνή της Κυριακής Σπανού από την Πάρο. Συνοδεύουν οι μουσικοί Παναγιώτης Βέργος στο σαντούρι και Αργύρης Ψαθάς στο λαούτο.
Με εκτίμησητο Δ.Σ. της Ένωσης Δονουσιωτών Κυκλάδων
Πέθανε η Ζοζεφίν της Αμοργού
Η Ζοζεφίν, που έκανε διάσημη την Αμοργό, μέσω της ταινίας "Απέραντο Γαλάζιο" έφυγε από τη ζωή σε προχωρημένη ηλικία.
Το δελφίνι που έκανε την Αμοργό γνωστή σε όλο τον κόσμο μέσα από την ταινία το “Απέραντο γαλάζιο” του Λικ Μπεσόν έχασε τη ζωή του μετά από νεφρική νόσο, λόγω της προχωρημένης ηλικίας του.
Ο θάνατος βρήκε τη διάσημη Ζοζεφίν νεκρή, την περασμένη Τρίτη στο ζωολογικό πάρκο της Μαρίνλαντ στην Αντιμπ.
Σε δήλωσή του ο Τζόν Κερσόου, διευθυντής του Ζωολογικού Πάρκου ανέφερε μεταξύ άλλων "η Ζοζεφίν ήταν μια μητέρα, γιαγιά με πολλά παιδιά και εγγόνια” και προσθέτει "είχα το πρώτο μωρό της στην αγκαλιά μου το 1990. ο Θάνατος σηματοδοτεί το τέλος εποχής για το πάρκο".
Το διάσημο δελφίνι μεταφέρθηκε στην Γαλλία το 1979 όταν βρέθηκε σε θαλάσσια περιοχή των Η.Π.Α.
Η ταινία του Γάλλου σκηνοθέτη αποτελεί ορόσημο για το νησί και τους κατοίκους της Αμοργού. Αρκετές από τις σκηνές της ταινίας έχουν γυριστεί στην περίφημη παραλία της Αγίας Άννας, κάτω από το Μοναστήρι της Παναγίας της Χοζοβιώτισσας.
© Copyright 2008 NEWS 247 - www.news247.gr
http://news247.gr
Το δελφίνι που έκανε την Αμοργό γνωστή σε όλο τον κόσμο μέσα από την ταινία το “Απέραντο γαλάζιο” του Λικ Μπεσόν έχασε τη ζωή του μετά από νεφρική νόσο, λόγω της προχωρημένης ηλικίας του.
Ο θάνατος βρήκε τη διάσημη Ζοζεφίν νεκρή, την περασμένη Τρίτη στο ζωολογικό πάρκο της Μαρίνλαντ στην Αντιμπ.
Σε δήλωσή του ο Τζόν Κερσόου, διευθυντής του Ζωολογικού Πάρκου ανέφερε μεταξύ άλλων "η Ζοζεφίν ήταν μια μητέρα, γιαγιά με πολλά παιδιά και εγγόνια” και προσθέτει "είχα το πρώτο μωρό της στην αγκαλιά μου το 1990. ο Θάνατος σηματοδοτεί το τέλος εποχής για το πάρκο".
Το διάσημο δελφίνι μεταφέρθηκε στην Γαλλία το 1979 όταν βρέθηκε σε θαλάσσια περιοχή των Η.Π.Α.
Η ταινία του Γάλλου σκηνοθέτη αποτελεί ορόσημο για το νησί και τους κατοίκους της Αμοργού. Αρκετές από τις σκηνές της ταινίας έχουν γυριστεί στην περίφημη παραλία της Αγίας Άννας, κάτω από το Μοναστήρι της Παναγίας της Χοζοβιώτισσας.
© Copyright 2008 NEWS 247 - www.news247.gr
http://news247.gr
Σάββατο 27 Αυγούστου
Τιμητική εκδήλωση για τη Γυναίκα της Ολύμπου Καρπάθου
Σήμερα, σε μια τέτοια εποχή, η Όλυμπος Καρπάθου μετατρέπει την κρίση σε δημιουργία. Πρώτος καρπός της ελπιδοφόρας δυναμικής, η ίδρυση του μη κερδοσκοπικού πολιτιστικού –αναπτυξιακού Συλλόγου “Η Γυναίκα της Ολύμπου”. Πρώτο βήμα του νέου συλλόγου, η διοργάνωση της κορυφαίας εκδήλωσης το Σάββατο 27 Αυγούστου και ώρα 8 το βράδυ στο Πλατύ – την πλατεία της Ολύμπου. Η βραδιά θα ολοκληρωθεί με παραδοσιακό γλέντι κατά το μοναδικό Ολυμπίτικο τρόπο, τον τόσο γενναιόδωρο σε αίσθημα και διάρκεια.

http://www.naxos-news.gr/
Σήμερα, σε μια τέτοια εποχή, η Όλυμπος Καρπάθου μετατρέπει την κρίση σε δημιουργία. Πρώτος καρπός της ελπιδοφόρας δυναμικής, η ίδρυση του μη κερδοσκοπικού πολιτιστικού –αναπτυξιακού Συλλόγου “Η Γυναίκα της Ολύμπου”. Πρώτο βήμα του νέου συλλόγου, η διοργάνωση της κορυφαίας εκδήλωσης το Σάββατο 27 Αυγούστου και ώρα 8 το βράδυ στο Πλατύ – την πλατεία της Ολύμπου. Η βραδιά θα ολοκληρωθεί με παραδοσιακό γλέντι κατά το μοναδικό Ολυμπίτικο τρόπο, τον τόσο γενναιόδωρο σε αίσθημα και διάρκεια.

Κι αν έχει δίκιο ο Π. Κωβαίος, δημοτικός σύμβουλος στην Αμοργό.
Αντιδρά για τα 5 ευρώ που καλούνται να πληρώνουν όσοι κάτοικοι αναγκάζονται να επισκεφθούν το Κέντρο Υγείας του νησιού που ούτε γιατρούς ειδικότητας διαθέτει, ούτε και ιατρικά μηχανήματα. Με αυτόν τον τρόπο ο Π. Κωβαίος ανοίγει ένα μείζον θέμα, αυτό της άδικης εξομοίωσης του κέντρου με την «άγονη γραμμή». Για ποιο λόγο οι νησιώτες να πληρώνουν τα 5 ευρώ; Η Αμοργός έχει πολλά «ΔΕΝ», όπως και το ότι δεν έχει παιδίατρο. Μη συζητήσουμε για άλλες ειδικότητες, ή ακτινολογικό και υπερηχογράφο. Ξέρετε μόνον ποιοι εξαιρούνται από το εισιτήριο των 5 ευρώ; Οι μελλοθάνατοι! Και δεν είναι αστείο...
Τρίτη 23 Αυγούστου 2011
Μουσική εκδήλωση στα Κουφονήσια
Το deBop και o Τripradio φαντάστηκαν ποιος είναι ο πιο όμορφος τρόπος για να κλείσει το καλοκαίρι και να υποδεχτούμε το φθινόπωρο.. Ο Παύλος Παυλίδης και οι Β-movies, o Vassilikos, οι Tango with Lions, οι Burgundy Grapes και ο Figurant θα φροντίσουν για αυτό σκορπώντας για δυο συνεχόμενες βραδιές τις μελωδίες τους στον Κυκλαδίτικο αέρα, στην παραλία Πορί με μια ενδιάμεση στάση στα ηλιοκαμένα αυτιά μας! Παράλληλα οι παραγωγοί του Τripradio θα φροντίσουν να τους πλαισιώσουν από νωρίς το απόγευμα μέχρι το πρωί με τις κατάλληλες μουσικές! Είσοδος, ελεύθερη.

(26 & 27 Aυγουστου 2011, Καλόφεγγο, παραλία Πορί Κουφονήσια)
Οικοδεσπότης το πανέμορφο και αγαπημένο νησί των Κουφονησιών και συγκεκριμένα το μοναδικό Βar Καλόφεγγο στο Πορί.
Σας περιμένουμε για μια μαγευτική μουσική βραδιά σε μια από τις πιο όμορφες παραλίες των Κυκλάδων !
Είσοδος : ελεύθερη
Ωρα έναρξης : 18.00
Πρόγραμμα :
Παρασκευή 26 Αυγούστου – LINEUP
Tango with lions (21.00 - 22.00)
Vassilikos (22.15 - 00.15)
Pre & After Party από τους παραγωγούς του tripradio.gr
Σάββατο 27 Αυγούστου – LINEUP
Figurant (21.00 – 22.00)
Burgundy grapes (22.15 – 23.15)
Παύλος Παυλίδης & The B – movies (23.30 – 00.30)
Pre & After Party από τους παραγωγούς του tripradio.gr
Με την υποστήριξη της κοινότητας Κουφονησίων
πηγή : www.naxosnews.grΚυριακή 21 Αυγούστου 2011
Δονούσα: Πανηγύρι του Σταυρού 13 Σεπτέμβρη
Η Ενωση Δονουσιωτών Κυκλάδων και η Δημοτική Κοινότητα Δονούσας, σας προσκαλούν στην Πανήγυρη του Τιμίου Σταυρού στη Δονούσα στις 13 Σεπτεμβρίου 2011. Μετά τη Λειτουργία, ακολουθεί γλέντι με μπόλικο κρασί και φαγητό, όπως επισημαίνει το Δ.Σ. της Ένωσης Δονουσιωτών Κυκλάδων. Ένα ταξίδι στις μουσικές του Αιγαίου Πελάγους με τις δοξαριές του Νίκου Οικονομίδη από τη Σχοινούσα και τη γλυκιά φωνή της Κυριακής Σπανού από την Πάρο.

Με εκτίμηση
το Δ.Σ. της Ένωσης Δονουσιωτών Κυκλάδων
Λαογραφικό μουσείο στο Κουφονήσι
Σε λαογραφικό μουσείο μετέτρεψε ο πρόεδρος Κουφονησίων Αντώνης Κωβαίος με το συμβούλιο της δημοτικής κοινότητας Κουφονησίου, τμήμα του παλαιού υδραγωγείου στο κέντρο του χωριού πλησίον του Ιερού Ναού και πολιούχου του, Αγίου Γεωργίου, αναδεικνύοντας την παράδοση και την πολιτιστική κληρονομιά του τόπου τους. Στην προσπάθεια, συνέβαλαν με διάφορους τρόπους επαγγελματίες, αλλά και οι κάτοικοι του νησιού που αγκάλιασαν αυτήν την προσπάθεια...

Σε αυτή την προσπάθεια, όπως επισημαίνει ο κ. Κωβαίος, συνέβαλαν σημαντικά:
Ο Ελευθέριος Πλατής, κάτοικος του νησιού, λάτρης του πολιτισμού και της παράδοσης, δωρίζοντας λαογραφικά αντικείμενα και αφιερώνοντας χρόνο και κόπο.

(Ελευθέριος Πλατής, Αντώνης Κωβαίος, Μιχάλης Πράσινος)
(Ελευθέριος Πλατής, Αντώνης Κωβαίος, Μιχάλης Πράσινος)
Ο φίλος των κατοίκων χρόνια επισκέπτης και επαγγελματίας φωτογράφος Γεώργιος Αγγελάκης ο οποίος αποτύπωσε με το φακό του τοπία και αξιοθέατα του νησιού.

(Ο Αντώνης Κωβαίος με το Γιώργο Αγγελάκη)
(Ο Αντώνης Κωβαίος με το Γιώργο Αγγελάκη)
Ο Παν. Κράλλης, καθηγητής και για πολλά χρόνια διευθυντής του γυμνασίου και Λυκείου που αγάπησε το νησί και βοήθησε με τις αρχιτεκτονικές και αισθητικές παρεμβάσεις στο χώρο.

(Ο Παναγιώτης Κράλλης με τον πρόεδρο Αντώνη Κωβαίο)
(Ο Παναγιώτης Κράλλης με τον πρόεδρο Αντώνη Κωβαίο)
Ο ηλεκτρολόγος Μιχαήλος Ψαρρός
Ο ξυλουργός Ιωάννης Ταγκούλης
Οι κάτοικοι που αγκάλιασαν αυτή την προσπάθεια δωρίζοντας σημαντικά λαογραφικά αντικείμενα.
Πηγή : www.naxos-news.gr
Σοβαρός τραυματισμός επαγγελματία ψαρά με δυναμίτιδα στα Κουφονήσια

Ο σοβαρός τραυματισμός επαγγελματία ψαρά από τη χρήση δυναμίτιδα σήμερα το πρωί – στον οποίο ευχόμαστε τη γρήγορη ανάρρωση του - αποκαλύπτει την καταφανή ολιγωρία που επέδειξαν όλους αυτούς τους μήνες οι αρμόδιες αρχές και την αδιαφορία με την οποία αντιμετωπίζουν τα ζητήματα της παράνομης και καταστροφικής αλιείας.
Το περιστατικό, σε περιοχή με υπάρχουσα λιμενική δύναμη λόγω καλοκαιριού, αποτελεί το αποκορύφωμα μίας παγιωμένης απεχθούς κατάστασης που εξελίσσεται τόσο στα Κουφονήσια, όσο και σε αρκετές περιοχές του Αιγαίου και της νότιας Κρήτης, η οποία αντιβαίνει κάθε έννοια ήθους και πολιτισμού.
Η δόλια, παράνομη και κατ' επάγγελμα χρήση εκρηκτικών κατά την αλιευτική δραστηριότητα αποτελούσε για μήνες κοινό μυστικό στην τοπική κοινωνία. Ωστόσο, ο σκόπιμος (;) αλληθωρισμός των λιμενικών αρχών, ο εκφοβισμός, το εύκολο κέρδος και οι φραγμοί που επιτάσσει η επίπλαστη αλληλεγγύη στους κόλπους των μικρών νησιωτικών κοινοτήτων οδήγησαν σε αυτό το τραγικό γεγονός.
Έστω και την ύστατη στιγμή καλούμε τις αρμόδιες αρχές να αναλάβουν τις ευθύνες που τους αναλογούν και να κάνουν επιτέλους το καθήκον τους. Τέτοιες πρακτικές θέτουν σε άμεσο κίνδυνο ανθρώπινες ζωές, αποδεκατίζουν τον σπάνιο θαλάσσιο πλούτο του Αιγαίου και δίνουν στην Ελλάδα την εικόνα τριτοκοσμικής χώρας στο αποκορύφωμα, μάλιστα, της τουριστικής περιόδου.
πηγή : www.aegeanews24.gr, archipelago.
Σάββατο 20 Αυγούστου 2011
ΚΑΤΑΓΓΕΛΙΑ ΓΙΑ ΕΙΣΙΤΗΡΙΑ
Δεν είναι η πρώτη φορά που μας καταγγέλλεται το γεγονός, ότι μόνιμοι κάτοικοι των νησιών με πληθυσμό κάτω των 3.100 κατοίκων, δεν μπορούν να ωφεληθούν της έκπτωσης του 50% που δικαιούνται για τη μεταφορά τους, εν προκειμένω, από τα νησιά των Μικρών Κυκλάδων προς το λιμάνι του Πειραιά και αντίστροφα. Η διαφορά αυτή τη φορά, έχει να κάνει, με το γεγονός, ότι ο μόνιμος κάτοικος του νησιού, κατήγγειλε εγγράφως το γεγονός της άρνησης έκδοσης μειωμένου κατά το ήμισυ ναύλου προς το Κεντρικό Λιμεναρχείο Πειραιά, που διερεύνησε το θέμα και ενημέρωσε με τη σειρά του τον καταγγέλλοντα, ότι κινήθηκε η διαδικασία επιβολής διοικητικών κυρώσεων στην πλοιοκτήτρια εταιρεία.

Το γεγονός αυτό, έχει ιδιαίτερη σημασία, γιατί οι μόνιμοι κάτοικοι (η μονιμότητα αποδεικνύεται με την επίδειξη του δελτίου ταυτότητας και της σχετικής βεβαίωσης από τον οικείο δήμο), είχαν αρχίσει να πιστεύουν, ότι δεν ίσχυε η έκπτωση και αρκετοί δεν έμπαιναν στη διαδικασία να την απαιτήσουν.
Παραθέτουμε:
Απόφαση του υπουργείου θαλασσίων Υποθέσεων, Νήσων & Αλιείας
Απάντηση του Διοικητή, Αντιπλοιάρχου Λ.Σ., Γεωργίου Περδικούρη προς τον καταγγέλλοντα
πηγή : www.naxosnews.gr
Παρασκευή 19 Αυγούστου 2011
Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΜΑΣ
Σχεδόν όλες οι Μικρές Κυκλάδες ήταν κατοικημένες από την Προϊστορική Εποχή και αποτέλεσαν κέντρα του Κυκλαδικού Πολιτισμού, με σπουδαιότερο την Κέρο.
Τη Ρωμαϊκή Εποχή ορισμένα νησιά (Δονούσα) χρησίμευαν ως τόπος εξορίας, ενώ το Μεσαίωνα χρησιμοποιήθηκαν όλα από τους πειρατές ως καταφύγια.
Αργότερα η Σχοινούσα και η Ηρακλειά αποτέλεσαν ιδιοκτησία της ιδιοκτησία της Μονής Χοζοβιωτίσσης της Αμοργού, ενώ η Δονούσα και τα Κουφονήσια είχαν κατοικηθεί από Αμοργιανούς που καλλιεργούσαν τα χωράφια με ενοικίαση.
Δύο μεγάλες κρατικές απαλλοτριώσεις των μοναστηριακών περιουσιών, α) επί Πλαστήρα και β) 1986, επί Ανδρέα Παπανδρέου, αποτέλεσαν το τέλος δέσμευσης με την Αμοργό.
Από τις 28/11/1994 εντάχθηκαν στο συμβούλιο της περιοχής Νάξου (Συμβούλιο Περιοχής Νάξου και Μικρών Κυκλάδων).
Δονούσα
ή Ντονούσα, ή Ντενούσα ή Στενόζα ή Σπινόζα…Το όνομα του νησιού διατηρείται από τους αρχαίους χρόνους. Ο Βιργίλιος την αποκαλεί «viridem» από την άφθονη βλάστηση και το πράσινο μάρμαρο. Ο μύθος λέει ότι σ’ αυτό το νησί μετέφερε ο Διόνυσος την Αριάδνη από τη Νάξο, για να μην τη βρει ο Θησέας.

Τα πρώτα ίχνη κατοίκησης της Δονούσας ανήκουν στην Πρωτοκυκλαδική περίοδο (3η χιλιετία π.Χ.), όπως αποδεικνύουν οι δύο οικισμοί στις θέσεις Αχτιά των Αγριλιών και Μύτη του Τραχύλα. Όμως η μεγάλη ακμή του νησιού χρονολογείται στα Γεωμετρικά χρόνια (10ος-7ος αι. π.Χ.), όπως φαίνεται από τον οχυρωμένο οικισμό και το νεκροταφείο που βρέθηκε στο Βαθύ Λιμενάρι, στα ΝΑ του νησιού.
Για τις επόμενες περιόδους δεν διαθέτουμε πολλά στοιχεία. Κατά τη Ρωμαϊκή περίοδο η Δονούσα αναφέρεται ως τόπος εξορίας. Αργότερα έγινε κρησφύγετο πειρατών. Σύμφωνα με την προφορική παράδοση, το νησί κατοικείτο επί Τουρκοκρατίας: κάθε χρόνο ένα τουρκικό πλοίο προσάραζε στον όρμο της Καλοταρίτισσας, για να εισπράξει το «χαράτσι».
Στις αρχές του 19ου αι. ήταν τόπος θερινής διαμονής βοσκών από την Αιγιάλη της Αμοργού, οι οποίοι γύρω στο 1830 εγκαταστάθηκαν μόνιμα καλλιεργώντας τη γη ως ενοικιαστές. Στις αρχές του 20ού το νησί είχε γύρω στους 3.000 ανθρώπους. Πολλοί από αυτούς δούλευαν στα μεταλλεία (σίδερο, αλουμίνιο, χαλκός και άτσαχα) που λειτουργούσαν στον Κέδρο μέχρι και το 1938.
Η Δονούσα έγινε διεθνώς γνωστή στις αρχές του Α΄ Παγκοσμίου πολέμου (1914) όταν κατέπλευσε εκεί το γερμανικό καταδρομικό «Γκαίμπεν», που καταδιωκόταν από τον αγγλικό στόλο. Η ανθράκευση (προμήθεια κάρβουνου) που κατάφερε να κάνει εκεί επέτρεψε στο «Γκαίμπεν» να πλεύσει στη συνέχεια προς τα Δαρδανέλια και να επιταχύνει την έξοδο της Τουρκίας στον πόλεμο υπέρ της Γερμανίας.
Η Δονούσα αποτέλεσε ξεχωριστή κοινότητα το 1929. Κατά τη διάρκεια του B΄ Παγκοσμίου πολέμου ήταν υπό ιταλική κατοχή, στο βυθό του Κέδρου διακρίνεται το ναυάγιο ενός γερμανικού πλοίου που βυθίστηκε από τους συμμάχους εκείνη την εποχή.
Μέχρι και τη δεκαετία του 1950 η βασική καλλιέργεια ήταν τα κρεμμύδια και τα καπνά.
Η δεκαετία του 1960 ήρθε στο νησί με φτώχεια, μετανάστευση, ερήμωση. Τα χέρια λιγόστεψαν και τα χωράφια ρήμαξαν. Λίγο πριν τον ηλεκτρισμό, γύρω στα 1980, έφτασαν και οι πρώτοι τουρίστες στο νησί. Μετά έγινε και το λιμάνι και η ζωή άλλαξε.

Kουφονήσια
Κατοικούνται αδιάλειπτα από την Προϊστορική ακόμα εποχή. Ανασκαφές στην περιοχή Επάνω Μύλοι αποκάλυψαν σημαντικά ευρήματα του Πρωτοκυκλαδικού Πολιτισμού. Ένα από τα σημαντικότερα ευρήματα αυτής της περιόδου είναι ένα τηγανόσχημο αγγείο, με χαραγμένο επάνω του ένα εννεάκτινο αστέρι, το οποίο εκτίθενται στο μουσείο της Νάξου. Κατά την αρχαιότητα η θαλάσσια περιοχή μεταξύ του Επάνω και Κάτω Κουφονησιού και της Κέρου ήταν γνωστή στην Αρχαιότητα ως Κωφός λιμήν. Μια άλλη ανασκαφή στο νότιο άκρο του νησιού έφερε στο φως ευρήματα των Ελληνιστικών και Ρωμαϊκών Χρόνων.
Στη διάρκεια των αιώνων που ακολούθησαν τα Κουφονήσια υποτάχτηκαν στην κοινή μοίρα όλων των Κυκλάδων: άλλαξαν πολλές φορές χέρια ανάμεσα σε Λατίνους και Τούρκους και έγιναν το μήλο της έριδος για ποικιλώνυμους πειρατές. Οι κάτοικοι, άλλοτε από κατ’ ανάγκη και άλλοτε κατ’ επιλογή, συνέπρατταν τις περισσότερες φορές με τους πειρατές, που τα χρησιμοποιούσαν ως ορμητήριο. Το 17ο αι., εξαιτίας των μεγάλων συγκρούσεων των Βενετών με τους Τούρκους οι Κουφονησιώτες βρέθηκαν αποκλεισμένοι και αντιμέτωποι με το φάσμα του λιμού.
Τα Κουφονήσια απελευθερώθηκαν από τους Τούρκους μαζί με τις υπόλοιπες Κυκλάδες το 1821 και το 1830 ενσωματώθηκαν στο νεοσύστατο Νεοελληνικό Κράτος. Το 1941 αρχικά ήταν υπό ιταλική διοίκηση. Μετά τη συνθηκολόγηση της Ιταλίας το 1943 πέρασαν σε γερμανική κατοχή μέχρι την απελευθέρωσή τους το 1944.
Έγιναν ξεχωριστή κοινότητα το 1964. Κατά τις μεταπολεμικές δεκαετίες η ενασχόληση των κατοίκων με την αλιεία εξασφαλίζει στο πάνω Κουφονήσι πληθυσμιακή σταθερότητα. Το 1985 έγινε η ηλεκτροδότηση του νησιού, ενώ την τελευταία δεκαετία η ολοένα αυξανόμενη τουριστική ανάπτυξη οδηγεί στην αύξηση των μόνιμων κατοίκων.

«Αυλητής»

«Αρπιστής»
Kέρος
Η ιστορία της Κέρου είναι αντιστρόφως ανάλογη με τη σημερινή εικόνα εγκατάλειψης και ερημιάς. Κατά την Προϊστορική Εποχή η Κέρος αποτέλεσε ένα από τα πιο σημαντικά κέντρα του Κυκλαδικού Πολιτισμού. Μαζί με τον οικισμό και το νεκροταφείο της Χαλανδριανής της Σύρου καθόρισε την εξέλιξη της ώριμης φάσης του κυκλαδικού πολιτισμού, της Πρωτοκυκλαδικής ΙΙ (2800-2300 π.Χ.), η οποία είναι γνωστή στη διεθνή βιβλιογραφία με τον όρο «φάση Κέρου-Σύρου». Πρόκειται για την πλουσιότερη από πλευράς ευρημάτων γνωστή θέση αυτής της περιόδου. Εδώ βρέθηκαν τα φημισμένα ειδώλια «Αρπιστής», «Αυλητής», «Προπίνων» και ποικιλία μαρμάρινων και πήλινων αντικειμένων που εκτίθενται στο αρχαιολογικό μουσείο της Αθήνας.
Όμως η σημασία της Κέρου κατά την Πρωτοκυκλαδική περίοδο αναδεικνύεται κυρίως μέσω του «Θησαυρού της Κέρου». Είναι ένα σύνολο εκατοντάδων αντικειμένων, που αποτελείται από μαρμάρινα ειδώλια, ακέραια και σε θραύσματα, μαρμάρινα και πήλινα σκεύη, λίθινα εργαλεία και μικροαντικείμενα, χωρίς να είναι γνωστή η ακριβής προέλευσή τους. Πρόκειται για προϊόντα αρχαιοκαπηλίας, που εξήχθησαν παράνομα από την Ελλάδα κατά τη δεκαετία του ’50 και κοσμούσαν διάφορα μουσεία ανά τον κόσμο. Σήμερα μέρος του «Θησαυρού» έχει επαναπατριστεί και βρίσκεται στο Μουσείο Κυκλαδικής Τέχνης στην Αθήνα.
Γύρω από το «Θησαυρό της Κέρου», δημιουργήθηκαν πολλοί θρύλοι και ιστορίες. Μια από αυτές είναι ότι η Κέρος ήταν το ιερό νησί των Κυκλάδων και όχι η Δήλος όπως πιστεύεται μέχρι σήμερα. Κατά μία εκδοχή ταυτίζεται με την «Αστερία», το νησί που κατά τη μυθολογία γεννήθηκαν οι αρχαίοι θεοί Απόλλων και Άρτεμις – και όχι στη Δήλο, όπως γενικά πιστεύεται.
Δυστυχώς, η βίαιη αρπαγή του «Θησαυρού» από τους αρχαιοκάπηλους και η άτεχνη αφαίρεσή του από το φυσικό του περιβάλλον δυσκόλεψε την έρευνα και συνέτεινε στο αίνιγμα της Κέρου. Τέθηκε μια σειρά από ερωτήματα: Ποιος ήταν ο ρόλος αυτών των αντικειμένων και σε τι εξυπηρετούσαν; Πώς βρέθηκαν συγκεντρωμένα σε ένα τόσο μικρό νησί και ποια ήταν η λειτουργία του χώρου στον οποίο αποκαλύφθηκαν;
Ανασκαφές που διενεργήθηκαν στην Κέρο υπό την αιγίδα των αρχαιολόγων Χρήστου Ντούμα και Φωτεινής Ζαφειροπούλου, προσπάθησαν να φωτίσουν την υπόθεση. Θεωρήθηκε ότι κατά πάσα πιθανότητα τα πρωτοκυκλαδικά ευρήματα προέρχονται από την περιοχή «Kάβος», στη δυτική πλευρά του νησιού απέναντι από τη νησίδα Δασκαλειό. Η ερμηνεία της θέσης αυτής είναι δύσκολη, καθώς δεν φαίνεται να πρόκειται για οικισμό, νεκροταφείο ή εργαστήριο. Η πλέον επικρατούσα άποψη (C. Renfrew) είναι ότι πρέπει να ήταν τέμενος, όπου στο πλαίσιο κάποιας τελετουργίας τοποθετούσαν σκόπιμα θραυσμένα αντικείμενα συμβολικού χαρακτήρα. Στη συνέχεια ο εντοπισμός εκτεταμένου οχυρωμένου οικισμού και νεκροταφείου επάνω στη νησίδα Δασκαλειό, που στην Αρχαιότητα ήταν ενωμένη με την ακτή, οδήγησε τον καθηγητή Χρ. Ντούμα στην υπόθεση ότι η Κέρος ήταν το ιερό νησί των Κυκλάδων, η πύλη του Κάτω Κόσμου, όπου όλα τα γειτονικά νησιά τοποθετούσαν τα οστά των νεκρών τους.
Για τις επόμενες ιστορικές περιόδους διαθέτουμε ακόμη λιγότερες πληροφορίες. Κατά την αρχαιότητα, το νησί ονομαζόταν Κέρια ή Κερία. Προφανώς, έλαβε μέρος στους Περσικούς Πολέμους και στη συνέχεια αποτέλεσε μέλος της Αθηναϊκής Συμμαχίας. Το 425 π.Χ. αναφέρεται σε έναν κατάλογο φορολογουμένων της Αθηναϊκής Δημοκρατίας. Ορεινή, άγονη και χωρίς δυνατότητες εύκολης πρόσβασης, η Κέρος με το πέρασμα των χρόνων ερήμωσε. Κατά το Μεσαίωνα ενδεχομένως αποτέλεσε βάση και κρησφύγετο των πειρατών, όπως και όλο το σύμπλεγμα των Μικρών Ανατολικών Κυκλάδων. Ως το 1952 ήταν στην ιδιοκτησία της μονής της Παναγίας Χοζοβιώτισσας της Αμοργού και στη συνεχεία περιήλθε στη Γεωργική Υπηρεσία, η οποία την παραχώρησε στους βοσκούς.
Σχοινούσα

Για το απώτερο ιστορικό της Σχοινούσας παρελθόν σχεδόν τίποτα δεν μας είναι γνωστό. Ένα μαρμάρινο νεολιθικό ειδώλιο που βρέθηκε αποτελεί ένδειξη ότι το νησί κατοικούνταν από την Προϊστορική Εποχή. Φαίνεται ότι διατήρησε το όνομά της από την αρχαιότητα, αν δεχτούμε τη φωνητική σύμπτωση με την αρχαία Εχινούσα. Σύμφωνα με την παράδοση το όνομά της το χρωστά στο θαμνώδες φυτό σχίνο που ευδοκιμεί σε όλο το νησί. Υπάρχει όμως και μια άλλη εκδοχή σύμφωνα με την οποία πήρε το όνομά της από τον Ενετό άρχοντα Σχινόζα.
Στη θέση Τσιγκούρι διακρίνονται λείψανα ελληνιστικής και ρωμαϊκής περιόδου και σε πολλά σημεία του νησιού αφθονούν όστρακα ελληνικά και ρωμαϊκά. Κατά τη Βυζαντινή εποχή η Σχοινούσα γνώρισε να είναι γνωστό ποιος χωροδεσπότης την είχε υπό την σημαντική εμπορική δραστηριότητα, σύμφωνα με τα άφθονα βυζαντινά κεραμικά ευρήματα. Στις θέσεις Τσιγκούρι, Άγιος Βασίλειος και Προφήτης Ηλίας διακρίνονται λείψανα παλαιοχριστιανικών βασιλικών.

Το Μεσαίωνα κατακτήθηκε από τους βενετούς, χωρίς κυριότητά του. Σώζεται ένα Μεσαιωνικό Κάστρο και ένας Φράγκικος Πύργος. Η Σχοινούσα δεχόταν πολλές επιδρομές από τους πειρατές, γι’ αυτό οι κάτοικοι έχτισαν το χωριό σε ύψωμα. Ούτε όμως και με αυτόν τον τρόπο δεν απέφυγαν τις λεηλασίες και το νησί ερημώθηκε από κατοίκους πολλές φορές.
Φαίνεται ότι οι τελευταίοι κάτοικοί της Σχοινούσας κατάγονταν από την Αμοργό και εγκαταστάθηκαν στο νησί γύρω στο 1840. Πολλές μαρτυρίες υπάρχουν από τους γέρους Σχοινουσιώτες ότι ολόκληρο το νησί ήταν ιδιοκτησία της Μονής Χοζοβιωτίσσης και την καλλιεργούσαν κολλήγοι, κυρίως Αμοργιανοί. Με την απελευθέρωση από τους Τούρκους υπάγεται στην αρχή στο Δήμο Αμοργού (1828), αργότερα στην Κοινότητα Καταπόλων Αμοργού (1912), ενώ μετά το Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο αποτέλεσε ξεχωριστή κοινότητα που υπάγεται στην επαρχία Νάξου.
Στα 1899 ιδρύθηκε το Δημοτικό Σχολείο. Στα 1957 έγινε η πρώτη τηλεφωνική σύνδεση με Νάξο (με χειροκίνητο τηλέφωνο). Στα 1965 άρχισε να φτιάχνεται η πρώτη προβλήτα στο Μερσίνι, ενώ ο Φάρος τοποθετήθηκε στα 1968. Το νησί ηλεκτροδοτήθηκε στα 1983.
Ηρακλειά

Οι ντόπιοι την καλούν Αρακλειά. Οι πληροφορίες που υπάρχουν για το νησί είναι λίγες, αλλά σε συνδυασμό με τα αρχαιολογικά δεδομένα μπορούμε να σχηματίσουμε μια γενική εικόνα για την ιστορική του πορεία. Στις θέσεις Κάμπος Αγίου Αθανασίου και Άγιος Μάμας σώζονται δύο μικροί οικισμοί της Πρωτοκυκλαδικής περιόδου (3η χιλιετία π.Χ.). Η Ηρακλειά κατά την Αρχαιότητα σύμφωνα με τον Πλίνιο ονομαζόταν Όνος, λόγω της ομοιότητας του φυσικού της σχήματος.
Στη θέση Κάστρο, στο Λιβάδι, σώζονται ερείπια οχυρωμένου χώρου της Ελληνιστικής περιόδου (4ος-2ος αι. π.Χ.), στο εσωτερικό του οποίου βρισκόταν Ναός του Δία και Ιερό της θεάς Τύχης (Τυχαίο). Τόσο στην περιοχή αυτή, όσο και με διάσπαρτα ευρήματα σε πολλά σημεία του νησιού διακρίνονται ίχνη πολλών και διαδοχικών περιόδων των ιστορικών χρόνων (Ελληνιστική, Ρωμαϊκή).
Μυστήριο αποτελούν οι δείκτες - «μπούσουλες» της Ηρακλειάς. Πρόκειται για σημάδια που βρίσκονται διάσπαρτα στα βράχια στην περιοχή από Άγιο Γεώργιο μέχρι Άγιο Αθανάσιο. Κατά την επικρατέστερη εκδοχή αποτελούσαν σημεία προσανατολισμού κατά την αρχαιότητα. Η συστηματική αρχαιολογική έρευνα αναμένεται να φωτίσει περισσότερο την προέλευσή τους.
Κατά την Τουρκοκρατία, οι κλειστοί και δυσπρόσιτοι ορμίσκοι του νησιού αποτέλεσαν ιδανικά κρησφύγετα πειρατών που λυμαίνονταν το Αιγαίο. Όπως και η Σχοινούσα, αποτέλεσε ιδιοκτησία της Μονής Χοζοβιώτισσας της Αμοργού.
Η Ηρακλειά έγινε αυτοτελής κοινότητα το 1929. Το 1941 αρχικά εντάχθηκε στην ιταλική διοίκηση, ενώ μετά τη συνθηκολόγηση της Ιταλίας, το 1943, γνώρισε τη γερμανική κατοχή ως την απελευθέρωσή της, το 1944. Σήμερα υπάγεται διοικητικά στο επαρχείο Νάξου.

Τη Ρωμαϊκή Εποχή ορισμένα νησιά (Δονούσα) χρησίμευαν ως τόπος εξορίας, ενώ το Μεσαίωνα χρησιμοποιήθηκαν όλα από τους πειρατές ως καταφύγια.
Αργότερα η Σχοινούσα και η Ηρακλειά αποτέλεσαν ιδιοκτησία της ιδιοκτησία της Μονής Χοζοβιωτίσσης της Αμοργού, ενώ η Δονούσα και τα Κουφονήσια είχαν κατοικηθεί από Αμοργιανούς που καλλιεργούσαν τα χωράφια με ενοικίαση.
Δύο μεγάλες κρατικές απαλλοτριώσεις των μοναστηριακών περιουσιών, α) επί Πλαστήρα και β) 1986, επί Ανδρέα Παπανδρέου, αποτέλεσαν το τέλος δέσμευσης με την Αμοργό.
Από τις 28/11/1994 εντάχθηκαν στο συμβούλιο της περιοχής Νάξου (Συμβούλιο Περιοχής Νάξου και Μικρών Κυκλάδων).
Δονούσα
ή Ντονούσα, ή Ντενούσα ή Στενόζα ή Σπινόζα…Το όνομα του νησιού διατηρείται από τους αρχαίους χρόνους. Ο Βιργίλιος την αποκαλεί «viridem» από την άφθονη βλάστηση και το πράσινο μάρμαρο. Ο μύθος λέει ότι σ’ αυτό το νησί μετέφερε ο Διόνυσος την Αριάδνη από τη Νάξο, για να μην τη βρει ο Θησέας.

Για τις επόμενες περιόδους δεν διαθέτουμε πολλά στοιχεία. Κατά τη Ρωμαϊκή περίοδο η Δονούσα αναφέρεται ως τόπος εξορίας. Αργότερα έγινε κρησφύγετο πειρατών. Σύμφωνα με την προφορική παράδοση, το νησί κατοικείτο επί Τουρκοκρατίας: κάθε χρόνο ένα τουρκικό πλοίο προσάραζε στον όρμο της Καλοταρίτισσας, για να εισπράξει το «χαράτσι».
Στις αρχές του 19ου αι. ήταν τόπος θερινής διαμονής βοσκών από την Αιγιάλη της Αμοργού, οι οποίοι γύρω στο 1830 εγκαταστάθηκαν μόνιμα καλλιεργώντας τη γη ως ενοικιαστές. Στις αρχές του 20ού το νησί είχε γύρω στους 3.000 ανθρώπους. Πολλοί από αυτούς δούλευαν στα μεταλλεία (σίδερο, αλουμίνιο, χαλκός και άτσαχα) που λειτουργούσαν στον Κέδρο μέχρι και το 1938.
Η Δονούσα έγινε διεθνώς γνωστή στις αρχές του Α΄ Παγκοσμίου πολέμου (1914) όταν κατέπλευσε εκεί το γερμανικό καταδρομικό «Γκαίμπεν», που καταδιωκόταν από τον αγγλικό στόλο. Η ανθράκευση (προμήθεια κάρβουνου) που κατάφερε να κάνει εκεί επέτρεψε στο «Γκαίμπεν» να πλεύσει στη συνέχεια προς τα Δαρδανέλια και να επιταχύνει την έξοδο της Τουρκίας στον πόλεμο υπέρ της Γερμανίας.
Η Δονούσα αποτέλεσε ξεχωριστή κοινότητα το 1929. Κατά τη διάρκεια του B΄ Παγκοσμίου πολέμου ήταν υπό ιταλική κατοχή, στο βυθό του Κέδρου διακρίνεται το ναυάγιο ενός γερμανικού πλοίου που βυθίστηκε από τους συμμάχους εκείνη την εποχή.
Μέχρι και τη δεκαετία του 1950 η βασική καλλιέργεια ήταν τα κρεμμύδια και τα καπνά.
Η δεκαετία του 1960 ήρθε στο νησί με φτώχεια, μετανάστευση, ερήμωση. Τα χέρια λιγόστεψαν και τα χωράφια ρήμαξαν. Λίγο πριν τον ηλεκτρισμό, γύρω στα 1980, έφτασαν και οι πρώτοι τουρίστες στο νησί. Μετά έγινε και το λιμάνι και η ζωή άλλαξε.

Kουφονήσια
Κατοικούνται αδιάλειπτα από την Προϊστορική ακόμα εποχή. Ανασκαφές στην περιοχή Επάνω Μύλοι αποκάλυψαν σημαντικά ευρήματα του Πρωτοκυκλαδικού Πολιτισμού. Ένα από τα σημαντικότερα ευρήματα αυτής της περιόδου είναι ένα τηγανόσχημο αγγείο, με χαραγμένο επάνω του ένα εννεάκτινο αστέρι, το οποίο εκτίθενται στο μουσείο της Νάξου. Κατά την αρχαιότητα η θαλάσσια περιοχή μεταξύ του Επάνω και Κάτω Κουφονησιού και της Κέρου ήταν γνωστή στην Αρχαιότητα ως Κωφός λιμήν. Μια άλλη ανασκαφή στο νότιο άκρο του νησιού έφερε στο φως ευρήματα των Ελληνιστικών και Ρωμαϊκών Χρόνων.
Στη διάρκεια των αιώνων που ακολούθησαν τα Κουφονήσια υποτάχτηκαν στην κοινή μοίρα όλων των Κυκλάδων: άλλαξαν πολλές φορές χέρια ανάμεσα σε Λατίνους και Τούρκους και έγιναν το μήλο της έριδος για ποικιλώνυμους πειρατές. Οι κάτοικοι, άλλοτε από κατ’ ανάγκη και άλλοτε κατ’ επιλογή, συνέπρατταν τις περισσότερες φορές με τους πειρατές, που τα χρησιμοποιούσαν ως ορμητήριο. Το 17ο αι., εξαιτίας των μεγάλων συγκρούσεων των Βενετών με τους Τούρκους οι Κουφονησιώτες βρέθηκαν αποκλεισμένοι και αντιμέτωποι με το φάσμα του λιμού.
Τα Κουφονήσια απελευθερώθηκαν από τους Τούρκους μαζί με τις υπόλοιπες Κυκλάδες το 1821 και το 1830 ενσωματώθηκαν στο νεοσύστατο Νεοελληνικό Κράτος. Το 1941 αρχικά ήταν υπό ιταλική διοίκηση. Μετά τη συνθηκολόγηση της Ιταλίας το 1943 πέρασαν σε γερμανική κατοχή μέχρι την απελευθέρωσή τους το 1944.
Έγιναν ξεχωριστή κοινότητα το 1964. Κατά τις μεταπολεμικές δεκαετίες η ενασχόληση των κατοίκων με την αλιεία εξασφαλίζει στο πάνω Κουφονήσι πληθυσμιακή σταθερότητα. Το 1985 έγινε η ηλεκτροδότηση του νησιού, ενώ την τελευταία δεκαετία η ολοένα αυξανόμενη τουριστική ανάπτυξη οδηγεί στην αύξηση των μόνιμων κατοίκων.

«Αυλητής»

«Αρπιστής»
Kέρος
Η ιστορία της Κέρου είναι αντιστρόφως ανάλογη με τη σημερινή εικόνα εγκατάλειψης και ερημιάς. Κατά την Προϊστορική Εποχή η Κέρος αποτέλεσε ένα από τα πιο σημαντικά κέντρα του Κυκλαδικού Πολιτισμού. Μαζί με τον οικισμό και το νεκροταφείο της Χαλανδριανής της Σύρου καθόρισε την εξέλιξη της ώριμης φάσης του κυκλαδικού πολιτισμού, της Πρωτοκυκλαδικής ΙΙ (2800-2300 π.Χ.), η οποία είναι γνωστή στη διεθνή βιβλιογραφία με τον όρο «φάση Κέρου-Σύρου». Πρόκειται για την πλουσιότερη από πλευράς ευρημάτων γνωστή θέση αυτής της περιόδου. Εδώ βρέθηκαν τα φημισμένα ειδώλια «Αρπιστής», «Αυλητής», «Προπίνων» και ποικιλία μαρμάρινων και πήλινων αντικειμένων που εκτίθενται στο αρχαιολογικό μουσείο της Αθήνας.
Όμως η σημασία της Κέρου κατά την Πρωτοκυκλαδική περίοδο αναδεικνύεται κυρίως μέσω του «Θησαυρού της Κέρου». Είναι ένα σύνολο εκατοντάδων αντικειμένων, που αποτελείται από μαρμάρινα ειδώλια, ακέραια και σε θραύσματα, μαρμάρινα και πήλινα σκεύη, λίθινα εργαλεία και μικροαντικείμενα, χωρίς να είναι γνωστή η ακριβής προέλευσή τους. Πρόκειται για προϊόντα αρχαιοκαπηλίας, που εξήχθησαν παράνομα από την Ελλάδα κατά τη δεκαετία του ’50 και κοσμούσαν διάφορα μουσεία ανά τον κόσμο. Σήμερα μέρος του «Θησαυρού» έχει επαναπατριστεί και βρίσκεται στο Μουσείο Κυκλαδικής Τέχνης στην Αθήνα.
![]() |
Πρόχοι – Πρωτοκυκλαδική Περίοδος (2800-2300 π.Χ.) |
Δυστυχώς, η βίαιη αρπαγή του «Θησαυρού» από τους αρχαιοκάπηλους και η άτεχνη αφαίρεσή του από το φυσικό του περιβάλλον δυσκόλεψε την έρευνα και συνέτεινε στο αίνιγμα της Κέρου. Τέθηκε μια σειρά από ερωτήματα: Ποιος ήταν ο ρόλος αυτών των αντικειμένων και σε τι εξυπηρετούσαν; Πώς βρέθηκαν συγκεντρωμένα σε ένα τόσο μικρό νησί και ποια ήταν η λειτουργία του χώρου στον οποίο αποκαλύφθηκαν;
Ανασκαφές που διενεργήθηκαν στην Κέρο υπό την αιγίδα των αρχαιολόγων Χρήστου Ντούμα και Φωτεινής Ζαφειροπούλου, προσπάθησαν να φωτίσουν την υπόθεση. Θεωρήθηκε ότι κατά πάσα πιθανότητα τα πρωτοκυκλαδικά ευρήματα προέρχονται από την περιοχή «Kάβος», στη δυτική πλευρά του νησιού απέναντι από τη νησίδα Δασκαλειό. Η ερμηνεία της θέσης αυτής είναι δύσκολη, καθώς δεν φαίνεται να πρόκειται για οικισμό, νεκροταφείο ή εργαστήριο. Η πλέον επικρατούσα άποψη (C. Renfrew) είναι ότι πρέπει να ήταν τέμενος, όπου στο πλαίσιο κάποιας τελετουργίας τοποθετούσαν σκόπιμα θραυσμένα αντικείμενα συμβολικού χαρακτήρα. Στη συνέχεια ο εντοπισμός εκτεταμένου οχυρωμένου οικισμού και νεκροταφείου επάνω στη νησίδα Δασκαλειό, που στην Αρχαιότητα ήταν ενωμένη με την ακτή, οδήγησε τον καθηγητή Χρ. Ντούμα στην υπόθεση ότι η Κέρος ήταν το ιερό νησί των Κυκλάδων, η πύλη του Κάτω Κόσμου, όπου όλα τα γειτονικά νησιά τοποθετούσαν τα οστά των νεκρών τους.
Για τις επόμενες ιστορικές περιόδους διαθέτουμε ακόμη λιγότερες πληροφορίες. Κατά την αρχαιότητα, το νησί ονομαζόταν Κέρια ή Κερία. Προφανώς, έλαβε μέρος στους Περσικούς Πολέμους και στη συνέχεια αποτέλεσε μέλος της Αθηναϊκής Συμμαχίας. Το 425 π.Χ. αναφέρεται σε έναν κατάλογο φορολογουμένων της Αθηναϊκής Δημοκρατίας. Ορεινή, άγονη και χωρίς δυνατότητες εύκολης πρόσβασης, η Κέρος με το πέρασμα των χρόνων ερήμωσε. Κατά το Μεσαίωνα ενδεχομένως αποτέλεσε βάση και κρησφύγετο των πειρατών, όπως και όλο το σύμπλεγμα των Μικρών Ανατολικών Κυκλάδων. Ως το 1952 ήταν στην ιδιοκτησία της μονής της Παναγίας Χοζοβιώτισσας της Αμοργού και στη συνεχεία περιήλθε στη Γεωργική Υπηρεσία, η οποία την παραχώρησε στους βοσκούς.
Σχοινούσα

Για το απώτερο ιστορικό της Σχοινούσας παρελθόν σχεδόν τίποτα δεν μας είναι γνωστό. Ένα μαρμάρινο νεολιθικό ειδώλιο που βρέθηκε αποτελεί ένδειξη ότι το νησί κατοικούνταν από την Προϊστορική Εποχή. Φαίνεται ότι διατήρησε το όνομά της από την αρχαιότητα, αν δεχτούμε τη φωνητική σύμπτωση με την αρχαία Εχινούσα. Σύμφωνα με την παράδοση το όνομά της το χρωστά στο θαμνώδες φυτό σχίνο που ευδοκιμεί σε όλο το νησί. Υπάρχει όμως και μια άλλη εκδοχή σύμφωνα με την οποία πήρε το όνομά της από τον Ενετό άρχοντα Σχινόζα.
Στη θέση Τσιγκούρι διακρίνονται λείψανα ελληνιστικής και ρωμαϊκής περιόδου και σε πολλά σημεία του νησιού αφθονούν όστρακα ελληνικά και ρωμαϊκά. Κατά τη Βυζαντινή εποχή η Σχοινούσα γνώρισε να είναι γνωστό ποιος χωροδεσπότης την είχε υπό την σημαντική εμπορική δραστηριότητα, σύμφωνα με τα άφθονα βυζαντινά κεραμικά ευρήματα. Στις θέσεις Τσιγκούρι, Άγιος Βασίλειος και Προφήτης Ηλίας διακρίνονται λείψανα παλαιοχριστιανικών βασιλικών.

Το Μεσαίωνα κατακτήθηκε από τους βενετούς, χωρίς κυριότητά του. Σώζεται ένα Μεσαιωνικό Κάστρο και ένας Φράγκικος Πύργος. Η Σχοινούσα δεχόταν πολλές επιδρομές από τους πειρατές, γι’ αυτό οι κάτοικοι έχτισαν το χωριό σε ύψωμα. Ούτε όμως και με αυτόν τον τρόπο δεν απέφυγαν τις λεηλασίες και το νησί ερημώθηκε από κατοίκους πολλές φορές.
Φαίνεται ότι οι τελευταίοι κάτοικοί της Σχοινούσας κατάγονταν από την Αμοργό και εγκαταστάθηκαν στο νησί γύρω στο 1840. Πολλές μαρτυρίες υπάρχουν από τους γέρους Σχοινουσιώτες ότι ολόκληρο το νησί ήταν ιδιοκτησία της Μονής Χοζοβιωτίσσης και την καλλιεργούσαν κολλήγοι, κυρίως Αμοργιανοί. Με την απελευθέρωση από τους Τούρκους υπάγεται στην αρχή στο Δήμο Αμοργού (1828), αργότερα στην Κοινότητα Καταπόλων Αμοργού (1912), ενώ μετά το Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο αποτέλεσε ξεχωριστή κοινότητα που υπάγεται στην επαρχία Νάξου.
Στα 1899 ιδρύθηκε το Δημοτικό Σχολείο. Στα 1957 έγινε η πρώτη τηλεφωνική σύνδεση με Νάξο (με χειροκίνητο τηλέφωνο). Στα 1965 άρχισε να φτιάχνεται η πρώτη προβλήτα στο Μερσίνι, ενώ ο Φάρος τοποθετήθηκε στα 1968. Το νησί ηλεκτροδοτήθηκε στα 1983.
Ηρακλειά

Οι ντόπιοι την καλούν Αρακλειά. Οι πληροφορίες που υπάρχουν για το νησί είναι λίγες, αλλά σε συνδυασμό με τα αρχαιολογικά δεδομένα μπορούμε να σχηματίσουμε μια γενική εικόνα για την ιστορική του πορεία. Στις θέσεις Κάμπος Αγίου Αθανασίου και Άγιος Μάμας σώζονται δύο μικροί οικισμοί της Πρωτοκυκλαδικής περιόδου (3η χιλιετία π.Χ.). Η Ηρακλειά κατά την Αρχαιότητα σύμφωνα με τον Πλίνιο ονομαζόταν Όνος, λόγω της ομοιότητας του φυσικού της σχήματος.
Στη θέση Κάστρο, στο Λιβάδι, σώζονται ερείπια οχυρωμένου χώρου της Ελληνιστικής περιόδου (4ος-2ος αι. π.Χ.), στο εσωτερικό του οποίου βρισκόταν Ναός του Δία και Ιερό της θεάς Τύχης (Τυχαίο). Τόσο στην περιοχή αυτή, όσο και με διάσπαρτα ευρήματα σε πολλά σημεία του νησιού διακρίνονται ίχνη πολλών και διαδοχικών περιόδων των ιστορικών χρόνων (Ελληνιστική, Ρωμαϊκή).
Μυστήριο αποτελούν οι δείκτες - «μπούσουλες» της Ηρακλειάς. Πρόκειται για σημάδια που βρίσκονται διάσπαρτα στα βράχια στην περιοχή από Άγιο Γεώργιο μέχρι Άγιο Αθανάσιο. Κατά την επικρατέστερη εκδοχή αποτελούσαν σημεία προσανατολισμού κατά την αρχαιότητα. Η συστηματική αρχαιολογική έρευνα αναμένεται να φωτίσει περισσότερο την προέλευσή τους.
Κατά την Τουρκοκρατία, οι κλειστοί και δυσπρόσιτοι ορμίσκοι του νησιού αποτέλεσαν ιδανικά κρησφύγετα πειρατών που λυμαίνονταν το Αιγαίο. Όπως και η Σχοινούσα, αποτέλεσε ιδιοκτησία της Μονής Χοζοβιώτισσας της Αμοργού.
Η Ηρακλειά έγινε αυτοτελής κοινότητα το 1929. Το 1941 αρχικά εντάχθηκε στην ιταλική διοίκηση, ενώ μετά τη συνθηκολόγηση της Ιταλίας, το 1943, γνώρισε τη γερμανική κατοχή ως την απελευθέρωσή της, το 1944. Σήμερα υπάγεται διοικητικά στο επαρχείο Νάξου.

http://www.smallcyclades.com/
Ο Οικισμός του Ασφοντυλίτη στην Αμοργό
Οι αγροικίες του Ασφοντυλίτη δεν είναι απλά, μοναχικά κτίσματα!
Το ονειρικό σύμπλεγμα του Ασφοντυλίτη ανακαλύπτει ο αφοσιωμένος περιπατητής μόλις κατηφορίσει, το παλιό μονοπάτι της διαδρομής από την Αιγιάλη προς το Μοναστήρι και τη Χώρα, τη Μεγάλη Στράτα, στο ύψος της Όξω Μεριάς (υψόμετρο 340μ). Εκεί σταματάει η επίπονη ανηφορική διαδρομή, που από τον Ποταμό και τον Άγιο Μάμα έφερνε τους οικιστές του στα γαλήνια αυτά υψίπεδα του ορεινού όγκου της Aιγιάλης ( υψόμετρο 260μ), για να παραμείνουν περισσότερους από έξη μήνες κάθε χρόνο. Καθώς το παραδοσιακό αγροτικό έτος είχε μόνο δύο εποχές, το καλοκαίρι και το χειμώνα, η ζωή στον οικισμό αρχινούσε μετά το πανηγύρι του Αη Γιώργη στα τέλη Απριλίου, τότε που οι βοσκοί άφηναν τις στάνες και οδηγούσαν τα κοπάδια τους στα ορεινά βοσκοτόπια. Συχνή ήταν η αναχώρηση των γεωργών ακόμα και από τα μέσα Μαρτίου, όταν η λιτανεία της χελιδόνας προήγγελλε το τέλος του χειμώνα. Τότε οι οικογένειες χωρίζονταν ακόμα και στη μεγάλη γιορτή του Πάσχα. Ήταν σκληρή η ζωή στον Ασφοντυλίτη, με μια μορφή ασκητική που αντάμωνε τη βαθύτερη ουσία του ιερού σ΄ αυτόν τον τόπο. Η θέση του έχει τις ρίζες της βαθειά στην ιστορία, με σημαντική παρουσία στην πρωτοκυκλαδική εποχή αλλά και στους ιστορικούς χρόνους, όπως μαρτυράνε ευρήματα αλλά και τα ερείπια του ελληνιστικού πύργου στην Όξω Μεριά, λίγο πριν τη στροφή για τα Χάλαρα. Το όνομα του Ασφοντυλίτη δεν εντοπίζεται σε γραπτές πηγές, για την ίδια όμως περιοχή απαντώνται τα τοπωνύμια Ασφοντιλίδι και Ασφοντιλίτης. Μπορεί εύκολα όμως να υποθέσει κανείς ότι το όνομά του ο οικισμός το πήρε από τους ασφοδέλους που σχημάτιζαν χαλί στρωμένο την εποχή που υποδέχονταν τους εποχιακούς του κατοίκους.
Πρόκειται για έναν εξαιρετικού τύπου οικιστικό σχηματισμό της αγροτικής υπαίθρου, που διασώζεται άθικτος ως προς τα κτίσματα και τη δομή του, ανάγοντας την απαρχή του στους πρώιμους ιστορικούς χρόνους, συνυφασμένος με την τεχνική των ξερολιθικών κατασκευών που διαμόρφωναν στο νησί τους «κρημνώδεις αγρούς» με τα «χτιά» ή τα «οχτία», αληθινά αρχιτεκτονικά μνημεία, ενδείξεις προωθημένων γνώσεων τοπογραφίας και αξιοποίησης του φυσικού τοπίου, τεχνικής διαμόρφωσης των κατωφερών επιφανειών σε βαθμίδες καλλιέργειας, κατάλληλης οικοδομικής χρήσης της πέτρας και ελέγχου των υδρολογικών δεδομένων.
Οι αγροικίες του Ασφοντυλίτη δεν είναι απλά, μοναχικά κτίσματα. Η κάθε μια από αυτές αποτελεί ένα ολοκληρωμένο σύνολο που περιγράφεται σαφώς από τα γειτονικά του και αρθρώνεται αυτοτελώς πάνω στον κεντρικό δρόμο που ελίσσεται συνδέοντας όλες τις ιδιοκτησίες μεταξύ τους στον οικισμό. Συχνά η κάθε ιδιοκτησία διατηρεί τμήματα εκατέρωθεν αυτού του κεντρικού δρόμου, ενώ οι ευρισκόμενες στον εξωτερικό περίγυρο του οικισμού, διατηρούν και άλλες αδιέξοδες «διαδρομές» με δρομίσκους που συνδέουν συνοδευτικά αγροτικά ή κτηνοτροφικά καταφύγια που πλαισιώνουν την κατοικία.
Ο τύπος των αγροτικών συνοικισμών είναι ευρύτατα διαδεδομένος στην Κάτω Μεριά, το νότιο πεδινό τμήμα της Αμοργού, φέρνοντας μέχρι τις μέρες μας τα ίχνη μιας πανάρχαιας αγροτικής κατοίκησης, που συνιστούσε η διαμόρφωση θυλάκων στο κέντρο ευρύτερων παραγωγικών περιοχών, στο πλαίσιο μιας φεουδαρχικής διαχείρισης του χώρου.
Ο τύπος αυτός οίκησης δεν απέκτησε ποτέ ολοκληρωμένη αστική μορφή , δεν αποτέλεσε οικισμούς αλλά τόπους κατοίκησης. Είχε σημασία και λειτουργούσε σε ενεστώτα χρόνο, καλύπτοντας τις βασικές ανάγκες στέγασης, προστασίας και αποθήκευσης των οικιστών του, χωρίς να προχωράει σε διαμόρφωση σημαντικών κοινόχρηστων χώρων στα όρια της περιοχής του.
Ο Ασφοντυλίτης αποτελεί τον μεγαλύτερο αγροτικό συνοικισμό της Αμοργού που όμως βρίσκεται στο βόρειο ορεινό διαμέρισμα της Aιγιάλης και ο οποίος λόγω μεγέθους οικιστών –που προήλθαν από την ικανή έκταση της καλλιεργήσιμης γης που διέθετε- και της μεγάλης απόστασης από τα γενέθλια χωριά του -2,5 ώρες δύσβατου ορεινού δρόμου από το πλησιέστερο-, διαμόρφωσε δομές που απηχούν τη δημιουργία ενός συνεκτικού πλέγματος αστικού τύπου. Στον Ασφοντυλίτη διακρίνουμε περιοχές δημόσιου χώρου που αναπτύχθηκαν σοφά σε στρατηγικά σημεία του, εκμεταλλευόμενες τόσο τη μορφολογία και τις κλίσεις του εδάφους, όσο και τη σχέση τους με τον κύριο άξονα επικοινωνίας που περνούσε από εκεί και τον συνέδεε με τα άλλα χωριά.
Περιφερειακά σε αυτό το κέντρο- πλατεία, όπου φιγουράριζαν τα μεγαλόπρεπα πηγάδια του οικισμού, που υποδέχονταν τους περαστικούς αλλά και ενίσχυαν την κοινωνική επαφή των κατοίκων του, οι Γιαλίτες τοποθέτησαν την δισυπόστατη εκκλησία των αγίων Νικολάου & Γεωργίου, προστατεύοντας ένα εσωτερικό δικό τους κέντρο, που είχε σχέση με ψυχική ενδυνάμωση και την παρηγοριά των ξωμάχων του οικισμού.
…»Ως προς το θρησκευτικό αίσθημα οι κάτοικοι εν γένει των νήσων υπερτερούσι τους των ηπειρωτικών χωρών της Ελλάδος. Μεμονωμένοι επί των νησιωτικών βράχων, ωσεί εν εξορία, πόρρω των ομοεθνών και ηναγκασμένοι ως εκ της φύσεως των τόπων εις την γεωργίαν και την ναυτιλίαν, ουδένα έτερον έχουσιν ηθικό περισπασμόν ή την θρησκείαν. Πάσαι δε αι προς τέρψιν πανηγύρεις αυτών είναι συνδεδεμέναι αναποσπάστως προς μία θρησκευτική τελετήν….» σημειώνει ο Αντώνιος Μηλιαράκης το 1884 και καταδεικνύει τη σημαντικότητα της εκκλησία ς του Αη Νικόλα, του μόνου ασβεστωμένου κτίσματος στον οικισμό. Σημαντικό είναι επίσης να παρατηρήσουμε ότι σοβατισμένο ήταν μόνο το κτήριο της εκκλησίας, αφήνοντάς σοφά να την περιτριγυρίσει ο ξερολιθικός τοίχος της μάντρας της αυλής, κρατώντας έτσι σοφά την κλίμακα του μοναδικού που εισήγαγε η κεντρική αυτή λειτουργία στο τοπίο του Ασφοντυλίτη.
Η ισορροπία αυτή θρυμματίσθηκε από την σχετικά πρόσφατη αλλά ιστορικά ανυπεράσπιστη «αποκατάσταση» του αύλειου χώρου με τον ασβεστωμένο καινούργιο τοίχο, που μοιάζει σαν να ψήλωσε ξαφνικά και έπνιξε την εκκλησία του, ύστερα από αιώνες ιδιαίτερης σχέσης που είχαν κρατήσει μεταξύ τους.
Είναι πραγματικά τόσο εύθραυστες οι ισορροπίες που διατηρούν τα μοναδικά αυτά τοπία που έφτασαν άθικτα μέχρι τις μέρες μας, έτσι που να χρειάζεται να κρατάμε ακόμα και την αναπνοή μας για να μη διαταράξουμε την αρμονία και τη σοφή οικονομία που διέπει τη δομή και την εσωτερική τους ακεραιότητα.
Στον Ασφοντυλίτη διασώζονται αλώβητες οι τυπολογίες του αρχαίου ελληνικού οίκου, όπως έχουν εξελιχθεί στην περίπτωση της αγροτικής εγκατοίκησης. Ο τύπος του περίκλειστου μεγάρου στην περίπτωση των αγροτικών κατοικιών περιλαμβάνει σε ένα αυτόνομο, αυτοτελές σύνολο με υψηλό περίβολο, τη συστοιχία των βοηθητικών κτισμάτων για την υποστήριξη της αγροτικής παραγωγής και κτηνοτροφίας, που διαθέτουν σαφώς μικρότερη κλίμακα από το κεντρικό κτίσμα της κατοικίας, όλα διατεταγμένα γύρω από μια πλακόστρωτη, με μαρμάρινες πλάκες, κεντρική αυλή. Η περιορισμένη επιφάνεια για κάθε ιδιοκτησία έχει δώσει υπέροχες λύσεις στη συνάντηση λειτουργικών αναγκών και τοπίου σε αυτές τις μοναδικές πλακόστρωτες αυλές, που ανάγουν τα δεδομένα της κάθε περίπτωσης κατοικίας σε μορφολογικό υπόδειγμα διαμόρφωσης υπαίθριου χώρου.
Διαφοροποιήσεις εντοπίζονται, όπως και στο εσωτερικό οδικό πλέγμα κυκλοφορίας του οικισμού και στη διαμόρφωση του περίκλειστου τύπου οίκησης, σε ιδιοκτησίες που βρίσκονται στην περίμετρο του οικισμού. Εκεί η απουσία γειτονικών κτισμάτων επιτρέπει τη διερεύνηση τύπων υπαίθριου και ημιυπαίθριου λειτουργικού χώρου με την εισαγωγή χρήσεων , ο χειρισμός των οποίων φθάνει στα όρια της μνημειακής σύνθεσης, όπως το διαβατικό με το φούρνο και τους πάγκους στην αγροικία του Νικόλα Θηραίου στο βόρειο όριο του οικισμού.
Το κύριο κτίσμα κάθε συγκροτήματος αποτελεί το κτήριο της κατοικίας, η εσωτερική διάρθρωση της οποίας στα μεν μεγαλύτερα κονάκια που διαθέτουν δίχωρες θολωτές σάλες με μεσαίο λίθινο τόξο, ακολουθεί τη διάρθρωση των παραδοσιακών οικιών του νησιού, όπου ο χώρος του ύπνου έχει μια εσωτερική κατακόρυφη διαμόρφωση με ξύλινο δάπεδο, όπου στο υψηλότερο επίπεδο τοποθετείται η κλίνη ενώ στο υποκείμενο τμήμα αποθηκεύεται η σοδειά. Καθέτως ο χώρος αυτός επίσης διαχωρίζεται με ξύλινο χώρισμα που διαθέτει και πόρτα χρησιμοποιούμενο σαν γενική αποθήκη του σπιτιού.
Στα μικρότερα συγκροτήματα, η διαμόρφωση της κατοικίας είναι ακόμα πιο αυθεντική και παραπέμπει στην αρχαϊκή λειτουργία του κελύφους – καλύμματος προστασίας- από τα στοιχεία της φύσης. Είναι δίχωρη με εισαγωγικό χώρο αυτό της εστίας και του καθημερινού, ο οποίος διαθέτει μικρά ανοίγματα για φωτισμό και αερισμό και λειτουργικές κόγχες στα ανακουφιστικά σημεία δομής των πέτρινων τοίχων του. Από τον χώρο αυτό εισέρχεται κανείς στο άδυτο της κατοικίας που είναι ο χώρος του ύπνου, με κτιστό πέτρινο πεζούλι για κρεβάτι και παντελώς σκοτεινό.
Ο μύθος λέει ότι κυκλαδίτες ήταν οι πρώτοι γλύπτες των μεγάλων όρθιων αγαλμάτων στον ελληνικό κόσμο – μαρμάρινα αγάλματα νεαρών ανδρών και γυναικών –- οι κούροι και οι κόρες- με ιδιαίτερο χαρακτηριστικό τους το στοιχειωμένο αρχαϊκό μειδίαμα και την πλεξίδα των μαλλιών στους ώμους. Έτσι όπως περιγράφεται ακριβώς στον Πύθιο Ύμνο ο Απόλλωνας: Μοιάζει με τη νεότητα – θαλερός και δυνατός στο πρώτο του άνθισμα- με τα μαλλιά απλωμένα απά στους ώμους.
Σκηνική και καλλιτεχνική τελειότητα υψηλού επιπέδου διαθέτει και ο συγκεκριμένος οικισμός του Ασφοντυλίτη, σμιλεμένος από τους ίδιους μάστορες της σχολής των μεγάλων έργων του κυκλαδικού πολιτισμού. Είναι μια δημιουργία με αμιγή χρήση της ξερολιθιάς σε όλες τις κατασκευές της, που εξ αιτίας αυτού του γεγονότος παρουσιάζει ιδιαίτερο μορφολογικό και κατασκευαστικό ενδιαφέρον και σε συνδυασμό με την ιστορικότητα και την υψηλή αξία του φυσικού περιβάλλοντος που το περιβάλλει, αναγορεύεται σε μνημείο.
Η παράδοση των ξερολιθικών αγροτικών κτισμάτων έχει αρχίσει πρόσφατα να συγκεντρώνει το ενδιαφέρον διεθνών οργανισμών και πανεπιστημιακών ιδρυμάτων στο πλαίσιο της μελέτης και έρευνας των πρακτικών της δομής, των κατασκευών και της οργάνωσης του κοινωνικού χώρου στο πλαίσιο συνειδητοποίησης της κοινής πολιτιστικής κληρονομιάς της Μεσογείου με την εγγύς ανατολή. Αθροίσματα αγροικιών ξερολιθικής κατασκευής εντοπίζονται σε όλη τη λεκάνη της Μεσογείου από τη Γαλλία, την Πορτογαλία και την Ισπανία, τη Σαρδηνία, τη Σικελία και την Ελλάδα, έως τις περιοχές της Μικρός Ασίας, της Παλαιστίνης και της Συρίας μέχρι τον Ευφράτη.
Στο μέτρο αυτής της καταγραφής, ο Ασφοντυλίτης, στο σταυροδρόμι της Μεσογείου αποτελεί ένα μοναδικό σημείο πολιτιστικής αναφοράς με παγκόσμια σημασία.
Πρόκειται για έναν εξαιρετικού τύπου οικιστικό σχηματισμό της αγροτικής υπαίθρου, που διασώζεται άθικτος ως προς τα κτίσματα και τη δομή του, ανάγοντας την απαρχή του στους πρώιμους ιστορικούς χρόνους, συνυφασμένος με την τεχνική των ξερολιθικών κατασκευών που διαμόρφωναν στο νησί τους «κρημνώδεις αγρούς» με τα «χτιά» ή τα «οχτία», αληθινά αρχιτεκτονικά μνημεία, ενδείξεις προωθημένων γνώσεων τοπογραφίας και αξιοποίησης του φυσικού τοπίου, τεχνικής διαμόρφωσης των κατωφερών επιφανειών σε βαθμίδες καλλιέργειας, κατάλληλης οικοδομικής χρήσης της πέτρας και ελέγχου των υδρολογικών δεδομένων.
Οι αγροικίες του Ασφοντυλίτη δεν είναι απλά, μοναχικά κτίσματα. Η κάθε μια από αυτές αποτελεί ένα ολοκληρωμένο σύνολο που περιγράφεται σαφώς από τα γειτονικά του και αρθρώνεται αυτοτελώς πάνω στον κεντρικό δρόμο που ελίσσεται συνδέοντας όλες τις ιδιοκτησίες μεταξύ τους στον οικισμό. Συχνά η κάθε ιδιοκτησία διατηρεί τμήματα εκατέρωθεν αυτού του κεντρικού δρόμου, ενώ οι ευρισκόμενες στον εξωτερικό περίγυρο του οικισμού, διατηρούν και άλλες αδιέξοδες «διαδρομές» με δρομίσκους που συνδέουν συνοδευτικά αγροτικά ή κτηνοτροφικά καταφύγια που πλαισιώνουν την κατοικία.
Ο τύπος των αγροτικών συνοικισμών είναι ευρύτατα διαδεδομένος στην Κάτω Μεριά, το νότιο πεδινό τμήμα της Αμοργού, φέρνοντας μέχρι τις μέρες μας τα ίχνη μιας πανάρχαιας αγροτικής κατοίκησης, που συνιστούσε η διαμόρφωση θυλάκων στο κέντρο ευρύτερων παραγωγικών περιοχών, στο πλαίσιο μιας φεουδαρχικής διαχείρισης του χώρου.
Ο τύπος αυτός οίκησης δεν απέκτησε ποτέ ολοκληρωμένη αστική μορφή , δεν αποτέλεσε οικισμούς αλλά τόπους κατοίκησης. Είχε σημασία και λειτουργούσε σε ενεστώτα χρόνο, καλύπτοντας τις βασικές ανάγκες στέγασης, προστασίας και αποθήκευσης των οικιστών του, χωρίς να προχωράει σε διαμόρφωση σημαντικών κοινόχρηστων χώρων στα όρια της περιοχής του.
Ο Ασφοντυλίτης αποτελεί τον μεγαλύτερο αγροτικό συνοικισμό της Αμοργού που όμως βρίσκεται στο βόρειο ορεινό διαμέρισμα της Aιγιάλης και ο οποίος λόγω μεγέθους οικιστών –που προήλθαν από την ικανή έκταση της καλλιεργήσιμης γης που διέθετε- και της μεγάλης απόστασης από τα γενέθλια χωριά του -2,5 ώρες δύσβατου ορεινού δρόμου από το πλησιέστερο-, διαμόρφωσε δομές που απηχούν τη δημιουργία ενός συνεκτικού πλέγματος αστικού τύπου. Στον Ασφοντυλίτη διακρίνουμε περιοχές δημόσιου χώρου που αναπτύχθηκαν σοφά σε στρατηγικά σημεία του, εκμεταλλευόμενες τόσο τη μορφολογία και τις κλίσεις του εδάφους, όσο και τη σχέση τους με τον κύριο άξονα επικοινωνίας που περνούσε από εκεί και τον συνέδεε με τα άλλα χωριά.

Περιφερειακά σε αυτό το κέντρο- πλατεία, όπου φιγουράριζαν τα μεγαλόπρεπα πηγάδια του οικισμού, που υποδέχονταν τους περαστικούς αλλά και ενίσχυαν την κοινωνική επαφή των κατοίκων του, οι Γιαλίτες τοποθέτησαν την δισυπόστατη εκκλησία των αγίων Νικολάου & Γεωργίου, προστατεύοντας ένα εσωτερικό δικό τους κέντρο, που είχε σχέση με ψυχική ενδυνάμωση και την παρηγοριά των ξωμάχων του οικισμού.
…»Ως προς το θρησκευτικό αίσθημα οι κάτοικοι εν γένει των νήσων υπερτερούσι τους των ηπειρωτικών χωρών της Ελλάδος. Μεμονωμένοι επί των νησιωτικών βράχων, ωσεί εν εξορία, πόρρω των ομοεθνών και ηναγκασμένοι ως εκ της φύσεως των τόπων εις την γεωργίαν και την ναυτιλίαν, ουδένα έτερον έχουσιν ηθικό περισπασμόν ή την θρησκείαν. Πάσαι δε αι προς τέρψιν πανηγύρεις αυτών είναι συνδεδεμέναι αναποσπάστως προς μία θρησκευτική τελετήν….» σημειώνει ο Αντώνιος Μηλιαράκης το 1884 και καταδεικνύει τη σημαντικότητα της εκκλησία ς του Αη Νικόλα, του μόνου ασβεστωμένου κτίσματος στον οικισμό. Σημαντικό είναι επίσης να παρατηρήσουμε ότι σοβατισμένο ήταν μόνο το κτήριο της εκκλησίας, αφήνοντάς σοφά να την περιτριγυρίσει ο ξερολιθικός τοίχος της μάντρας της αυλής, κρατώντας έτσι σοφά την κλίμακα του μοναδικού που εισήγαγε η κεντρική αυτή λειτουργία στο τοπίο του Ασφοντυλίτη.
Η ισορροπία αυτή θρυμματίσθηκε από την σχετικά πρόσφατη αλλά ιστορικά ανυπεράσπιστη «αποκατάσταση» του αύλειου χώρου με τον ασβεστωμένο καινούργιο τοίχο, που μοιάζει σαν να ψήλωσε ξαφνικά και έπνιξε την εκκλησία του, ύστερα από αιώνες ιδιαίτερης σχέσης που είχαν κρατήσει μεταξύ τους.
Είναι πραγματικά τόσο εύθραυστες οι ισορροπίες που διατηρούν τα μοναδικά αυτά τοπία που έφτασαν άθικτα μέχρι τις μέρες μας, έτσι που να χρειάζεται να κρατάμε ακόμα και την αναπνοή μας για να μη διαταράξουμε την αρμονία και τη σοφή οικονομία που διέπει τη δομή και την εσωτερική τους ακεραιότητα.
Στον Ασφοντυλίτη διασώζονται αλώβητες οι τυπολογίες του αρχαίου ελληνικού οίκου, όπως έχουν εξελιχθεί στην περίπτωση της αγροτικής εγκατοίκησης. Ο τύπος του περίκλειστου μεγάρου στην περίπτωση των αγροτικών κατοικιών περιλαμβάνει σε ένα αυτόνομο, αυτοτελές σύνολο με υψηλό περίβολο, τη συστοιχία των βοηθητικών κτισμάτων για την υποστήριξη της αγροτικής παραγωγής και κτηνοτροφίας, που διαθέτουν σαφώς μικρότερη κλίμακα από το κεντρικό κτίσμα της κατοικίας, όλα διατεταγμένα γύρω από μια πλακόστρωτη, με μαρμάρινες πλάκες, κεντρική αυλή. Η περιορισμένη επιφάνεια για κάθε ιδιοκτησία έχει δώσει υπέροχες λύσεις στη συνάντηση λειτουργικών αναγκών και τοπίου σε αυτές τις μοναδικές πλακόστρωτες αυλές, που ανάγουν τα δεδομένα της κάθε περίπτωσης κατοικίας σε μορφολογικό υπόδειγμα διαμόρφωσης υπαίθριου χώρου.
Διαφοροποιήσεις εντοπίζονται, όπως και στο εσωτερικό οδικό πλέγμα κυκλοφορίας του οικισμού και στη διαμόρφωση του περίκλειστου τύπου οίκησης, σε ιδιοκτησίες που βρίσκονται στην περίμετρο του οικισμού. Εκεί η απουσία γειτονικών κτισμάτων επιτρέπει τη διερεύνηση τύπων υπαίθριου και ημιυπαίθριου λειτουργικού χώρου με την εισαγωγή χρήσεων , ο χειρισμός των οποίων φθάνει στα όρια της μνημειακής σύνθεσης, όπως το διαβατικό με το φούρνο και τους πάγκους στην αγροικία του Νικόλα Θηραίου στο βόρειο όριο του οικισμού.
Το κύριο κτίσμα κάθε συγκροτήματος αποτελεί το κτήριο της κατοικίας, η εσωτερική διάρθρωση της οποίας στα μεν μεγαλύτερα κονάκια που διαθέτουν δίχωρες θολωτές σάλες με μεσαίο λίθινο τόξο, ακολουθεί τη διάρθρωση των παραδοσιακών οικιών του νησιού, όπου ο χώρος του ύπνου έχει μια εσωτερική κατακόρυφη διαμόρφωση με ξύλινο δάπεδο, όπου στο υψηλότερο επίπεδο τοποθετείται η κλίνη ενώ στο υποκείμενο τμήμα αποθηκεύεται η σοδειά. Καθέτως ο χώρος αυτός επίσης διαχωρίζεται με ξύλινο χώρισμα που διαθέτει και πόρτα χρησιμοποιούμενο σαν γενική αποθήκη του σπιτιού.
Στα μικρότερα συγκροτήματα, η διαμόρφωση της κατοικίας είναι ακόμα πιο αυθεντική και παραπέμπει στην αρχαϊκή λειτουργία του κελύφους – καλύμματος προστασίας- από τα στοιχεία της φύσης. Είναι δίχωρη με εισαγωγικό χώρο αυτό της εστίας και του καθημερινού, ο οποίος διαθέτει μικρά ανοίγματα για φωτισμό και αερισμό και λειτουργικές κόγχες στα ανακουφιστικά σημεία δομής των πέτρινων τοίχων του. Από τον χώρο αυτό εισέρχεται κανείς στο άδυτο της κατοικίας που είναι ο χώρος του ύπνου, με κτιστό πέτρινο πεζούλι για κρεβάτι και παντελώς σκοτεινό.
Ο μύθος λέει ότι κυκλαδίτες ήταν οι πρώτοι γλύπτες των μεγάλων όρθιων αγαλμάτων στον ελληνικό κόσμο – μαρμάρινα αγάλματα νεαρών ανδρών και γυναικών –- οι κούροι και οι κόρες- με ιδιαίτερο χαρακτηριστικό τους το στοιχειωμένο αρχαϊκό μειδίαμα και την πλεξίδα των μαλλιών στους ώμους. Έτσι όπως περιγράφεται ακριβώς στον Πύθιο Ύμνο ο Απόλλωνας: Μοιάζει με τη νεότητα – θαλερός και δυνατός στο πρώτο του άνθισμα- με τα μαλλιά απλωμένα απά στους ώμους.

Η παράδοση των ξερολιθικών αγροτικών κτισμάτων έχει αρχίσει πρόσφατα να συγκεντρώνει το ενδιαφέρον διεθνών οργανισμών και πανεπιστημιακών ιδρυμάτων στο πλαίσιο της μελέτης και έρευνας των πρακτικών της δομής, των κατασκευών και της οργάνωσης του κοινωνικού χώρου στο πλαίσιο συνειδητοποίησης της κοινής πολιτιστικής κληρονομιάς της Μεσογείου με την εγγύς ανατολή. Αθροίσματα αγροικιών ξερολιθικής κατασκευής εντοπίζονται σε όλη τη λεκάνη της Μεσογείου από τη Γαλλία, την Πορτογαλία και την Ισπανία, τη Σαρδηνία, τη Σικελία και την Ελλάδα, έως τις περιοχές της Μικρός Ασίας, της Παλαιστίνης και της Συρίας μέχρι τον Ευφράτη.
Στο μέτρο αυτής της καταγραφής, ο Ασφοντυλίτης, στο σταυροδρόμι της Μεσογείου αποτελεί ένα μοναδικό σημείο πολιτιστικής αναφοράς με παγκόσμια σημασία.
Βιβιάννα Α Μεταλληνού
Αρχιτέκτων, Ιστορικός Περιβάλλοντος
Αρχιτέκτων, Ιστορικός Περιβάλλοντος
Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΔΙΔΑΣΚΕΙ…
1956 Το Τσουνάμι της Αμοργού
Το ημερολόγιο έλεγε 9 Ιούλιου 1956. Στις 3:11, ένας ισχυρός σεισμός της τάξεως 7,5Rχτυπά την Αμοργό. Προκαλεί μεγάλες ζημιές στα νησιά Αστυπάλαια, Ανάφη, Κάλυμνο, Λέρο, Πάτμο και Σαντορίνη. Στην Κω γίνεται αισθητός αλλά ευτυχώς δεν θρηνούμε θύματα. Ο σεισμός συνοδεύεται από ένα θαλάσσιο κύμα βαρύτητας(τσουνάμι),λόγω μιας υποθαλάσσιας κατολίσθησης ,που το ύψος του έφτασε τα 25 μέτρα στην νοτιανατολική Αμοργό,10 μέτρα στην Αστυπάλαια και περίπου 3μέτρα στην βορειοδυτική ακτή της Κω. Επίσης, μεγάλα κύματα έπληξαν τα λιμάνια των νησιών της Καλύμνου ,Λέρου, Πάρου. Ο απολογισμός αυτού του τραγικού γεγονότος ήταν να σκοτωθούν 53 άτομα και να τραυματιστούν περίπου 100.
Φωτ. από «Περίεργος Κόσμος»
Έχουν περάσει 54 χρόνια από τότε. Εάν κάτι τέτοιο συνέβαινε σήμερα, όπου ζωή, κατοικία και αναψυχή βρίσκονται τους καλοκαιρινούς μήνες «κοντά στο κύμα», τότε οι συνέπειες θα ήταν πολύ πιο δραματικές από τις μερικές δεκάδες νεκρούς που στοίχισε ο σεισμός του 1956. Η Μεσόγειος, και ειδικά το Αιγαίο, είναι μία από τις πιο επικίνδυνες θαλάσσιες περιοχές για εκδήλωση τσουνάμι κι έχουν γνωρίσει αρκετά από την αρχαιότητα έως σήμερα. Όμως εκείνο το γεγονός δεν μας δίδαξε ακόμη ότι πέρα από τους μηχανισμούς προειδοποίησης, απαιτείται ενημέρωση και εγρήγορση των πολιτών. Το σήμα κινδύνου μπορεί να στείλει ακόμη και ένας πολίτης με το τηλέφωνό του, όταν αντιληφθεί κατάσταση τσουνάμι. Ακόμη δεν γνωρίζουμε όλοι ότι, μετά από ένα σεισμό ιδιαίτερα μεγάλο απομακρυνόμαστε από την παραλία ή τρέχουμε σε ένα υψηλό μέρος.
Πηγή: AegeaNews24
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)